Ο Μάριο ντε Σα-Καρνέιρο (Mário De Sá-Carneiro) γεννήθηκε στη Λισαβόνα το 1890 και πέθανε στο Παρίσι το 1916.
Ποιητής και μυθιστοριογράφος, ήταν ένας από τους πλέον γνωστούς της «Geracao d' Orpheu» («Γενιάς του Ορφέα»). Γόνος πλούσιας οικογένειας με δυνατή στρατιωτική παράδοση. Η μητέρα του πέθανε όταν ο Μάριο ήταν δύο ετών, κι έτσι τον μεγάλωσαν οι παππούδες του. Ζούσε σε μια φάρμα κοντά στη Λισαβόνα. Άρχισε να γράφει ποιήματα σε ηλικία 12 ετών. Στα 16 του είχε ήδη μεταφράσει Ουγκό Γκαίτε και Σίλλερ Μαθητής ακόμη, στο Λύκειο, άρχισε να γράφει ένα φανταστικό μυθιστόρημα. Το 1911 πήγε στην Κοΐμπρα να σπουδάσει Δίκαιο, αλλά δεν συνέχισε πέραν του πρώτου έτους. Εκεί συνάντησε τον Πεσόα που έγινε ο πιο στενός του φίλος και τον γνώρισε στην ομάδα των Μοντέρνων της Λισαβόνας. Στη συνέχεια πήγε στο Παρίσι για σπουδές στη Σορβόννη, τις οποίες γρήγορα εγκατέλειψε. Έζησε ζωή μποέμ, περνώντας το χρόνο του μεταξύ θεάτρων και μπαρ. Ερωτεύτηκε μια πόρνη, γεγονός που τον δυσκόλεψε κοινωνικά. Μαζί με τους Πεσσόα και Νεγκρέιρος έγραψε για την περίφημη επιθεώρηση Orpheu, η οποία εισήγαγε το μοντερνισμό στην Πορτογαλία, αποτελώντας σταθμό στην πορτογαλική λογοτεχνία.
Υποφέροντας από κατάθλιψη, αντιμετωπίζοντας οικονομική κρίση και νιώθοντας απογοητευμένος από τη ζωή του, αυτοκτόνησε σε ηλικία 26 ετών, σ' ένα ξενοδοχείο της Μονμάρτρης.
Λίγο πριν πεθάνει, έστειλε στον Πεσσόα τα αδημοσίευτα ποιήματα του, που δημοσιεύθηκαν το 1937, με τον τίτλο Indicios de Oiro (Ενδείξεις Χρυσού).