Η Αννεμαρί Σβάρτσενμπαχ (Annemarie Minna Renée Schwarzenbach) ήταν Ελβετίδα συγγραφέας, δημοσιογράφος και φωτογράφος. Η αμφιφυλόφιλη μητέρα της τη μεγάλωσε κατά τρόπον ώστε να αγνοήσει τις παραδοσιακές νόρμες φύλου και να υιοθετήσει ένα αντρικό στιλ. Η ανδρόγυνη εικόνα της ταίριαζε στην μποέμ κοινωνία του Βερολίνου της εποχής και στη νυχτερινή ζωή της πόλης, στην οποία ενεπλάκη με ενθουσιασμό. Ενάντια στη φιλοναζιστική στάση της αριστοκρατικής οικογένειάς της, η Αννεμαρί αφιερώθηκε στον αντιφασιστικό ακτιβισμό. Χρηματοδότησε την έκδοση αντιφασιστών συγγραφέων και πήρε την κάμερά της για να καταγράψει την άνοδο του φασισμού στην Ευρώπη. Η στάση αυτή την οδήγησε στην εξορία. Έζησε μεγάλο μέρος της ζωής της στο εξωτερικό ως φωτορεπόρτερ, συνήψε πολλές λεσβιακές σχέσεις και βίωσε έναν αυξανόμενο εθισμό στη μορφίνη. Στην Αμερική, η νεαρή Κάρσον ΜακΚάλερς, ερωτευμένη με την Αννεμαρί, της αφιέρωσε το Ανταύγειες σε χρυσά μάτια.
Η ζωή της Αννεμαρί καθορίστηκε από αδιαπραγμάτευτες πολιτικές πεποιθήσεις, μια σκληρή μάχη με την κατάθλιψη και τον εθισμό στα ναρκωτικά και μια φαινομενικά απεριόριστη περιπλάνηση. Πέθανε νέα, σε ηλικία μόλις 34 ετών, έπειτα από ένα δυστύχημα με το ποδήλατό της. Ίσως ακόμα πικραμένη για τον ακτιβισμό της κόρης της, η δεσποτική μητέρα της Αννεμαρί έκαψε τις καταχωρίσεις στο προσωπικό ημερολόγιο της νεκρής καθώς και τις επιστολές της. Ευτυχώς, τα εναπομείναντα κατάλοιπά της και οι φωτογραφίες της διασώθηκαν από μια φίλη της, και πλέον φυλάσσονται στα «Ελβετικά Λογοτεχνικά Αρχεία» στη Βέρνη.